4.11.07

Σινεάκ



Το Σινεάκ στεγαζόταν στην οδό Πανεπιστημίου, στο υπόγειο του σημερινού Ρεξ. Σχεδόν κάθε Κυριακή πρωί ήταν γεμάτο με παιδιά που "ρουφούσαν", ουρλιάζοντας, την ειδική προβολή που περιλάμβανε (εναλλάξ) Ζορρό, Ταρζάν, Χοντρό - Λιγνό, Σαρλώ, Τρίο Στούτζες κλπ.

Κάποιες φορές το πρόγραμμα εμπλούτιζαν έγχρωμες (παναβίζιον και σινεμασκόπ) ταινίες με το Μασίστα και τον Ηρακλή, τους Τζέρι Λιούϊς και Τζών Γουέϊν (που επικεφαλής του αμερικανικου στρατού πολεμούσε τους ινδιάνους), αλλά και "μίκυ μάους" με Μπάγκς Μπάνυ, Ελμερ Φαντ, Ντάφυ Ντάκ, Πόργκυ Πιγκ, Σιλβέστρο - Τουίτι και μικρή Λουλού.

Κάποτε αυτή τη ρουτίνα διέκοπταν θεατρικές παραστάσεις, που προκαλούσαν δυσφορία μάλλον, παρά ευχαρίστηση στους περισσότερους θεατές κι αδημονία, πότε θα τέλειωναν για να ξαναφανούν στην οθόνη οι αγαπημένοι ήρωες.

Συστατικό στοιχείο αυτής της λίγο "εξωπραγματικής" κατάστασης (κινηματογράφος μέρα μεσημέρι) ήταν η έξοδος, μετά από 2+ ώρες στο πυκνό σκοτάδι της αίθουσας, στον ήλιο. Τα παιδικά μάτια έκλειναν από το πολύ φώς και για αρκετή ώρα (μέχρι να συνηθίσουν) έτσουζαν. Περνούσαν, όμως, μέχρι την επιστροφή στο σπίτι, που συνήθως "κυριευόταν" από τη μυρωδιά του ψητού: είχε "έλθει" από το φούρνο και -σκεπασμένο με λαδόκολες- περίμενε να σερβιρισθεί στα πιάτα.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αξέχαστες στιγμές, φίλε. Και είναι χαρακτηριστικό ότι η περιγραφή σου ταιριάζει γάντι και στις δικές μου ανάλογες εμπειρίες παρ΄ όλο που τις έζησα όχι στην Αθήνα και στο Ρεξ αλλά στον μοναδικό τότε κινημαγράφο στην κεντρική πλατεία επαρχιακής πόλης, με τραπέζια ζαχαροπλαστείων, συντριβάνι που λειτουργούσε τα καλοκαιρινά βράδια και δημιουργούσε μαγικές για μας τότε εικόνες με τον χρωματιστό φωτισμό μέσα στο νερό (όταν πήγαινες να καθίσεις σε τραπέζι πρόσεχες από πού φυσάει ο αέρας για να μη σου έρχονται νερά) και την κλασική "βόλτα" στον κεντρικό δρόμο (γνωστή και ως "νυφοπάζαρο"). Αλλά η περιγραφή σου συμφωνεί απόλυτα, από την ονομασία Σινεάκ, μέχρι τις ταινίες που βλέπαμε, και το θάμπωμα μέχρι να συνηθίσουν τα μάτια στο φως (μεγάλο μαρτύριο γιατί η πλατεία ήταν στρωμένη άσπρο πλακάκι και όταν είχε λιακάδα χρειαζόσουν γυαλιά οξυγονοκολλητή για να ξεμυτίσεις από την αίθουσα του κινηματογράφου), και το ταψί με το μπούτι στη λαδόκολλα ή το κρέας με τις πατάτες, ψημένα στον φούρνο της γειτονιάς.

Αν το καλοσκεφτείς, είναι απίστευτες οι αλλαγές που ζήσαμε, σίγουρα πολύ μεγαλύτερες από κάθε άλλης παλιότερης γενιάς, με τη λογαριθμική επιτάχυνση της τεχνολογικής εξέλιξης. Σήμερα βλέπουμε ταινίες σε τεράστιες έγχρωμες τηλεοράσεις επίπεδης οθόνης ή τις κατεβάζουμε από το Ίντερνετ, αλλά από την άλλη μεριά πολλές από τις ταινίες που βλέπαμε τότε έχουν παραμείνει κλασικές, κυρίως κωμωδίες, ξένες και ελληνικές. Σε καλό να μας βγει, που λένε :-).

Ανώνυμος είπε...

Νοσταλγικές στιγμές μιας εποχής κια μιας ηλικίας που πέρασε. Οχι ανεπιστρεπτί πάντως, αφού το μυαλό ... πηγαινοέρχεται και επιστρέφοντας φέρνει μαζί εικόνες από το Μασίστα (ο Κόναν ο βάρβαρος της εποχής;), μυρωδιά ψητού στο φούρνο και τρανζίστορ που μεταδίδει το ματς για να μείνουμε μόνο στην Κυριακή

Μονά - Ζυγά είπε...

2,5 said...

Είναι, άραγε, νοσταλγία ή αναμνήσεις της εποχής; Κάθε άποψη δεκτή. Να, πάντως, κάτι για τους νοσταλγούντες!