9.11.07

Πίστες ευκολίας

Το καλοκαίρι του 2002 ψηφίσθηκε ένας νόμος (3037/2002) που εκτός από την κοινή λογική προκάλεσε κι αναστάτωση απαγορεύοντας τη διεξαγωγή ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνιδιών. Παρά τις αντιδράσεις η εφαρμογή της απαγόρευσης ήταν ακαριαία κι έτσι άρχισαν να ασχολούνται μαζί της, είτε έτσι - είτε αλλιώς, τα ελληνικά δικαστήρια.

Δεν έμειναν, όμως, τα πράγματα εκεί. Ασχολήθηκε μαζί της και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΔΕΚ), καταδικάζοντας τον Οκτώβριο του 2006 την Ελλάδα για παράβαση των κοινοτικών συνθηκών. Θάπρεπε, συνεπώς, να αρθούν όλα εκείνα, που το ΔΕΚ έκρινε αντίθετα με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν έγινε. Ετσι σύμφωνα με το χθεσινό ΒΗΜΑ η ΕΕ καταθέτει δεύτερη προσφυγή κατά της Ελλάδας για το ίδιο ζήτημα.

Η περίπτωση προσφέρεται για να δει κανείς, πώς η ανικανότητα του κράτους ανοίγει για το νομοθέτη το δρόμο της ηθικολογίας και μέσω αυτής τον οδηγεί στη "λύση" της υπερβολής:

Η τότε κυβέρνηση κατέληξε στην απαγόρευση επειδή δεν μπορούσε να ελεγχθεί η μετατροπή των ηλεκτρονικών παιγνιδιών σε τυχερά, επικαλούμενη το καθεστώς που, τόσα χρόνια, λειτουργούσε παράνομα λόγω της αδυναμίας ελέγχου τους. Επειδή, λοιπόν, οι μηχανισμοί ελέγχου εμπαίζονταν στην πράξη από τους παρανομούντες, που αντικαθιστούσαν τα μηχανήματα και τα μετέτρεπαν από τεχνικά σε τυχερά, η πλήρης απαγόρευσή τους ήταν μία λύση ανάγκης.

Πλήρης απαγόρευση, όμως, γιατί το κράτος είναι ανίκανο να κάνει ελέγχους δεν ακούγεται και πολύ κολακευτικά. Ετσι ανασύρεται η ηθική κι η ηθικολογία καθώς κι η ανάγκη "προστασίας" διαφόρων "αξιών", όσων ακριβώς χρειάζονται για να καλύψουν τη "γύμνια" του κράτους.

Το "πέπλο" αυτό, πάντως, στο οποίο στηρίχθηκε η ελληνική κυβέρνηση για να γλυτώσει την καταδίκη δεν εμπόδισε το ΔΕΚ να δεί σε βάθος τους πραγματικούς λόγους της απαγόρευσης. Αναφέρει η απόφαση:

"32. Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία ισχυρίζεται ότι, για τους λόγους που διατυπώνονται στην εισηγητική έκθεση του νόμου 3037/2002, η γενική απαγόρευση εγκαταστάσεως όλων των ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων, συμπεριλαμβανομένων όλων των παιγνίων για ηλεκτρονικούς υπολογιστές, ήταν αναγκαία για την προστασία της δημόσιας ηθικής και της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει ειδικότερα ότι, λόγω της εξελίξεως της τεχνολογίας, τα παίγνια αυτά μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε τυχερά και τονίζει ότι η κατάσταση έχει καταστεί ανεξέλεγκτη, με αποτέλεσμα την εμφάνιση σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων, όπως είναι αυτά που απαριθμούνται στη σκέψη 20 της παρούσας αποφάσεως.

....................................................................
....................................................................

35. Βεβαίως, με τις προπαρατεθείσες αποφάσεις Schindler και Läärä κ.λπ., το Δικαστήριο τόνισε ότι οι θεωρήσεις ηθικού, θρησκευτικού ή πολιτιστικού χαρακτήρα που απαντούν σε όλα τα κράτη μέλη σχετικά με τις λαχειοφόρες αγορές και τα λοιπά παίγνια επί χρήμασι μπορούν να καταστήσουν δυνατό τον εκ μέρους των εθνικών νομοθεσιών περιορισμό, ή ακόμη και την απαγόρευση, της ασκήσεως των παιγνίων επί χρήμασι και την αποφυγή έτσι του ενδεχομένου να αποτελέσουν πηγή ατομικού οφέλους. Το Δικαστήριο έχει τονίσει επίσης ότι, λαμβανομένου υπόψη του σημαντικού μεγέθους των ποσών που μπορούν να συγκεντρωθούν μέσω των παιγνίων αυτών και των κερδών που μπορούν να προσφέρουν στους παίκτες, ιδίως όταν διοργανώνονται σε μεγάλη κλίμακα, οι λαχειοφόροι αγορές ενέχουν υψηλό κίνδυνο εγκλημάτων και απατών. Επιπλέον, συνιστούν παρακίνηση για δαπάνη χρημάτων που μπορεί να έχει επιβλαβείς ατομικές και κοινωνικές συνέπειες (προπαρατεθείσες αποφάσεις Schindler, σκέψη 60, καθώς και Läärä κ.λπ., σκέψη 13).

36. Ωστόσο, η παρούσα διαφορά διακρίνεται από τις δύο υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι προπαρατεθείσες αποφάσεις Schindler και Läärä κ.λπ., στον βαθμό που δεν αμφισβητείται ότι, εν προκειμένω, πρόκειται για ηλεκτρικά, ηλεκτρομηχανικά και ηλεκτρονικά παίγνια που δεν έχουν χαρακτηριστικά παρεμφερή με αυτά των επίμαχων στο πλαίσιο των εν λόγω υποθέσεων παιγνίων. Συγκεκριμένα, τα παίγνια που καταλαμβάνονται από την απαγόρευση του άρθρου 2, παράγραφος 1, του νόμου 3037/2002 δεν είναι εκ φύσεως τυχερά, καθόσον ο σκοπός τους δεν είναι η προσδοκία του χρηματικού κέρδους (βλ., κατ’ αντιδιαστολή, προπαρατεθείσα απόφαση Läärä κ.λπ., σκέψη 17)."

Κι αφού η παμπάλαιη τακτική "προφάσεις εν αμαρτίαις" συμβαίνει με τα ηλεκτρονικά παιγνίδια μπορεί, ασφαλώς, να συμβεί και για ο,τιδήποτε άλλο (σοβαρότερο ή μή). Κάτι, ωστόσο, δείχνει να αλλάζει: Η προσφυγή σε στερεότυπα "για δημόσια ηθική, τάξη και ασφάλεια" και πολλά άλλα δεν μπορεί πιά, ευτυχώς, να κρύβει (εύκολα, όπως παλιά) την αδυναμία και ανικανότητα του κράτους και όσων κατά καιρούς το διοικούν. Κι αυτό στοιχίζει σε όλους μας ακριβά (και σε πρόστιμα).

(Η εικόνα έχει ληφθεί από εδώ).

Δεν υπάρχουν σχόλια: