5.3.08

Συναντήσεις

Την περασμένη εβδομάδα -μέσω της τηλεοπτικής εκπομπής με τη υψηλότερη, καθώς λέγεται, θεαματικότητα του Λ. Λαζόπουλου- ο Μίκης Θεοδωράκης αποφάσισε να μιλήσει για θέματα εξωτερικής πολιτικής. Ο ίδιος, λίγο αργότερα, εξήγησε στον Ελεύθερο Τύπο τους λόγους που τον οδήγησαν στην κίνηση αυτή.

Για τα δύο πρόσωπα της ιστορίας έχουν γραφεί 2 κείμενα, που αναδημοσιεύουν τα ΜΟΝΑ - ΖΥΓΑ σήμερα:


1. Η Πόπη Διαμαντάκου έγραψε χθες στα ΝΕΑ:

"Τα όρια της σάτιρας αποτέλεσαν προσφιλές θέμα προς συζήτηση για τα μεσημεριανάδικα πάνελ από τότε που ο Λάκης Λαζόπουλος άρχισε να ανακατεύει τον πολτό που τα ίδια παράγουν, όχι γιατί ενδιαφέρονται για τις δημιουργικές διαστάσεις του θεατρικού αυτού είδους, αλλά γιατί ήταν μια ωραία ευκαιρία να επαναληφθούν οι καβγάδες. Βγαίνουν αυτοί που θίγονται από τη λαζοπούλεια σάτιρα και φωνάζουν ότι πρέπει να έχει όρια, βγαίνουν και διάφοροι υπερασπιστές του αυτονόητου ότι η σάτιρα δεν έχει όρια και γίνεται το γνωστό μεσημεριανάδικο μάλε- βράσε.

Προφανώς, η σάτιρα δεν έχει όρια, όπως και καμιά απολύτως καλλιτεχνική έκφραση δεν μπορεί να έχει άλλα από αυτά που θέτει το ίδιο το ταλέντο και η ικανότητα έκφρασης του καλλιτέχνη. Αντιθέτως, η πολιτική έχει όρια. Έχει τους κανόνες που ισχύουν σε μια δημοκρατία για την άσκησή της. Είναι σαφή και προσδιορίζονται από τους θεσμούς.

Βεβαίως η σάτιρα έχει ιδεολογία, αυτή του καλλιτέχνη, ειδάλλως δεν υφίσταται. Ακόμη και η σάτιρα των τηλεοπτικών ηθών και των τηλεμαϊντανών είναι κατά μία έννοια πολιτική. Εμμέσως ασκεί κριτική στο σύστημα που τους παράγει. Αυτός είναι ο ρόλος της. Να ξεφλουδίζει πρόσωπα ή ομάδες που έχουν κυρίαρχο ρόλο στην κοινωνία (πολιτικούς, καλλιτέχνες, τηλεμαϊντανούς) και διαμορφώνουν ήθη. Τι γίνεται, όμως, όταν η σάτιρα απεκδύεται το κύριο επιχείρημά της, το χιούμορ και αποβάλλει τον υπαινιγμό (απόδειξη της καλλιτεχνικής της ποιότητας) για να μετατραπεί σε άμεση, απροκάλυπτη πολιτική παρέμβαση; Και μάλιστα, όταν την ίδια στιγμή απευθύνεται σε κοινό που έχει ήδη «υπογράψει» τη σύμβαση ότι παρακολουθεί εκπομπή ψυχαγωγική, σατιρική.

Πώς λέγεται εκείνη τη στιγμή το φαινόμενο της υποχρεωτικής μετάβασης του πλήθους από μια κατάσταση διονυσιασμού σε μια κατάσταση που υποτίθεται ότι απαιτεί ορθολογισμό και ψύχραιμη κρίση;

Πώς λέγεται εντέλει το φαινόμενο της απροκάλυπτης εκμετάλλευσης του διεγερμένου συναισθήματος του κοινού προκειμένου να μετατραπεί σε πολιτική συναίνεση και να καταμετρηθεί κατόπιν ως τέτοια;

Ακριβώς αυτό έπραξε το «Αλ Τσαντίρι» την περασμένη Τρίτη (και το περασμένο Σάββατο που επαναλήφθηκε η εκπομπή). Ο Λάκης Λαζόπουλος μέσα στο ξεσηκωμένο κλίμα του κοινού της εκπομπής του από τα σατιρικά του σχόλια μεταμορφώθηκε σε δευτερόλεπτα και με μόνη την αλλαγή της μουσικής σε άμεσο, απροκάλυπτο πολιτικό καθοδηγητή, διαβάζοντας με φωνή συγκινημένη, και με προφανή την επικρότηση των απόψεων που εκφράζονταν, την επιστολή- μανιφέστο του Μίκη Θεοδωράκη για το Σκοπιανό. Ένα συνονθύλευμα συγκινησιακής συνωμοσιολογίας, επιθετικότητας, απαξίωσης των Σκοπιανών και εθνικοπατριωτικού τσαμπουκά.

Ας πούμε ότι η επιστολή ενός καλλιτέχνη βρίσκει φιλικό έδαφος για να διαβαστεί στην εκπομπή ενός άλλου καλλιτέχνη. Το περιεχόμενο ωστόσο της επιστολής ήταν αποκλειστικώς και μόνον πολιτική έκφραση, η οποία βεβαίως έχει τη θέση της δίπλα στις υπόλοιπες που σε μια δημοκρατία οφείλουν να ακούγονται, αλλά με όρους ίσους για την καθεμιά, σε πλαίσιο που ο πολίτης κατανοεί ως πολιτικό και έχει ενεργοποιήσει τους κατάλληλους μηχανισμούς συνείδησης για την επεξεργασία τους.

Ένα κοινό τηλεοπτικό που χαλαρώνει και απολαμβάνει το ταλέντο ενός καλλιτέχνη και τον αποδέχεται ως τέτοιον (για χίλιους λόγους, γιατί σατιρίζει αυτά που τον ενοχλούν, γιατί μιλάει στην ψυχή του και στις συνήθειές του με τη γλώσσα που καταλαβαίνει κ.λπ., κ.λπ.) δεν σημαίνει ότι την ίδια στιγμή εκφράζει και πολιτική αποδοχή.

Επικίνδυνες ακροβασίες
Την ίδια ακριβώς σύγχυση προκάλεσε και ο Χριστόδουλος. Την ανάγκη του κόσμου να πιστέψει σε κάτι ισχυρότερο από τους θεσμούς που κλυδωνίζονται τη μετέτρεψε σε ιδεολογία. Μεταποίησε τη θρησκευτική πίστη σε πολιτική αποδοχή.

Το ίδιο συνέβη με το «Αλ Τσαντίρι». Μεταποιήθηκε η ανάγκη του κοινού για ψυχαγωγία και εκτόνωση σε πολιτική στάση. Επικίνδυνο το ακροβατικό. Είδαμε on camera την πολιτική καθοδήγηση της ανάγκης του κόσμου να ψυχαγωγηθεί. Τον καλλιτέχνη να εγείρει εαυτόν πάνω από αυτονόητους κανόνες μετατρέποντας την τηλεοπτική περσόνα του, στην οποία οφείλεται η υψηλή τηλεθέαση, σε σύμβολο υποτιθέμενης πολιτικής συναίνεσης του κοινού (όπως έκανε και ο Χριστόδουλος με την έκφραση πίστης του ποιμνίου).

Είναι κρίμα και για τη σάτιρα και για τον Λάκη Λαζόπουλο να ταυτίζεται με μεθόδους καθοδήγησης του συναισθήματος του κοινού (και δη του τηλεοπτικού, που τελεί εξ ορισμού σε κατάσταση γοητείας), οι οποίες αποτελούν τον πυρήνα του φασισμού. Υποτίθεται ότι η σάτιρά του ακριβώς αυτό έχει στόχο, να καταδείξει τον παραλογισμό που παράγει η άσκηση γοητείας του τηλεοπτικού μέσου. Έγινε μέρος του παραλόγου.
Αυτοκαταργήθηκε."


2. Ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος έγραφε τον Απρίλιο του 2007 στο LIFO με αφορμή πάλι δηλώσεις του συνθέτη:

"Προσπαθώ να βρω κάποια δικαιολογία για τα ανεύθυνα παραμιλητά του Μίκη Θεοδωράκη τον τελευταίο καιρό, και δεν βρίσκω άλλη πλην του βαθέος γήρατός του. «Να πλένουμε το στόμα μας όταν μιλάμε για τον Αρχιεπίσκοπο» λέει, προφανώς με τον τρεμάμενο δείκτη υψωμένο. Μάλιστα. Μήπως να κάτσουμε και τιμωρία στη γωνία; Μήπως να μείνουμε και νηστικοί στον ανίερο λουτροκαμπινέ μας; Να πλένουμε το στόμα μας, διότι ο Χριστόδουλος είναι θεσμός, και οι θεσμοί δεν κρίνονται. Όπως παλιά δεν κρίνονταν οι βασιλείς (π.χ. η Φρειδερίκη, με την άσπιλη προσωπικότητα). Να μην κρίνεται ο θεσμός Χριστόδουλος, ασχέτως αν ο συγκεκριμένος θεσμός είναι υπερβολικά ανθρώπινος – με αδυναμίες ανοικονόμητες και επικοινωνιακό επιδειξιασμό και τάση στον συβαριτισμό και διχαστικό μίσος και δημαγωγική ρητορεία και τα λοιπά και τα λοιπά. Να πλένουμε το στόμα μας, διότι μαζί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι ο παππούλης του Έθνους, η ύστατη πίστη και καταφυγή της μικρούλας μας δημοκρατίας. Μήπως να του φιλήσουμε και το άγιο χέρι του; Κι αν τσουγκρίσουμε στο σκληρό του ρόλεξ;

Τείνω να πιστέψω ότι οι δημογέροντες, μετά τα 70 το πολύ, θα πρέπει να σωπαίνουν. Να τους κλείνουν τα μικρόφωνα. Το γήρας είναι άτιμο πράμα – εγωιστικό και στυφό και γεμάτο αλαζονεία. Ελάχιστοι γέρασαν σοφά (δηλαδή σεμνά) – και αυτοί φρόντισαν να μιλούν χαμηλόφωνα και βαθιά σε πρόθυμα αυτιά. Ελάχιστοι γέροι υπήρξαν ανοιχτοί στη μετεξέλιξη του κόσμου – απλούστατα διότι φύσει οι ηλικιωμένοι αισθάνονται ότι τα είδαν όλα, η ακμή του κόσμου συνέπεσε με την αλκή τους και ο κόσμος πέφτει μαζί με τον αιματοκρίτη τους. Κι όμως δεν πέφτει – απλώς δεν τον βλέπουν: οι μόνες εικόνες που ξέρουν είναι οι στενές, συντελειακές εικόνες της τηλεόρασης.

Εννοείται ότι διαφωνώ και με όλα όσα έγραψε ο Θεοδωράκης στην Καθημερινή για το βιβλίο της Ιστορίας. Ανατρίχιασα όταν τον άκουσα να μιλά για νέους Φαλμεράιερ και να υποστηρίζει ότι ο Σολωμός ήταν λαϊκός (ο απόμακρος κόντες, ο μοναχικά χωμένος στην τάξη του!), ή ότι η επανάσταση του ’21 ήταν αποκλειστικό έργο του λαού (και ο πρίγκιπας Υψηλάντης; Οι ευγενείς της Φιλικής Εταιρείας; Ο Ρήγας; Το ok των μεγάλων δυνάμεων – ασχέτως των βλέψεών τους. Ακόμα κι εγώ, που ξέρω μόνο τα βασικά της Ιστορίας, μπόρεσα να διακρίνω τη στρεψοδικία του και την αυθαιρεσία τού να βαφτίζει το κρέας ψάρι. Προκειμένου να δικαιώσει το αιώνιο, καταπροδομένο του κλισέ περί αδούλωτου (πλην 400 χρόνων) και πάναγνου λαού, πασπαλισμένο όμως με μπόλικο νεοεθνικισμό τηλεοπτικού τύπου.

Όταν προ ετών τού είχα πάρει μια συνέντευξη, με είχε συναρπάσει ο ορμητικός του τρόπος να μιλά, οι οραματικές σχεδόν εικόνες του, η ποιητική οξύτητά του. Παραμιλούσα για καιρό. Τον παραδέχομαι ακόμα για την ωραία Τέχνη του και τον γενναίο, περιπετειώδη τρόπο που έζησε. Αλλά ως δημόσιο στοχαστή, τον θεωρώ ανεύθυνο. Και επιπόλαιο. Ακριβώς επειδή τα λόγια του αναπαράγονται διπλασιασμένα από το echo της δόξας του. Και είναι από τα πιο συντηρητικά και ανιστόρητα λόγια που εκφράζονται από έναν πρώην τολμητία αριστερό. Όπως και ο Νίκος Δήμου στο μπλογκ του, έτσι κι εγώ μόνο μια λέξη βρίσκω να πω: Απογοήτευση."


Για την αντιγραφή
ΜΟΝΑ - ΖΥΓΑ

(Η φωτογραφία από το έργο "Η ανακάλυψη της φωτιάς" του Ρενέ Μαγκρίτ έχει ληφθεί από εδώ)

Δεν υπάρχουν σχόλια: